Τι να τα κάνεις τα Παρίσια, τα γαλλικά κρασιά και τις ρομαντικές μουσικές, τι να τις κάνεις τις φεγγαρόφωτες βραδιές κάτω από την Ακρόπολη και τα ηλιοβασιλέματα στην Οία, τι να τους κάνεις τους Σεπτέμβρηδες χωρίς εκείνες τις στιγμές τους μέσα στην καρδιά της πόλης…
Οι μεγάλες μικρές στιγμές ηχούν ακόμα και μέσα στη βοή, φεγγίζουν ανάμεσα στο πλήθος, τρυπούν τα τσιμέντα που ακόμα βράζουν από την κάψα του καλοκαιριού, ανθίζουν σε κάποιο στενό μπαλκόνι στην Αχαρνών, στην Πατησίων, στην Γαλατσίου, στην Πανόρμου…
Περιττά τα πολλά λόγια, μόνο δυο καρφωτά βλέμματα μέσα στα μάτια, ποιος να μιλήσει και τι να πει, κάτω από το στενό μπαλκόνι οι μηχανές αναστέναζαν πάνω στην άσφαλτο, στο απέναντι διαμέρισμα κάποιος είχε βάλει γκολ κι ο σπήκερ πανηγύριζε, ένας άλλος με κάποιο λάστιχο πότιζε τις γλάστρες, ένα ξεκούρδιστο μπουζούκι στη διπλανή μεσοτοιχία…
Μόνο δύο ανάσες ακούστηκαν καθώς άπλωσε το χέρι δίνοντας του δυο λουλούδια από το γιασεμί που είχε σκαρφαλώσει πάνω στα κάγκελα του μπαλκονιού, παραδίπλα μύριζε ο βασιλικός, άπλωσε το χέρι του και χάιδεψε τον δυόσμο. Πάνω στο τραπέζι ένα φτηνό κρασί και δύο ποτήρια, ένα πιάτο με μεζέ…
Ήθελε κάτι να του πει, όμως κατάπιε τη φωνή το μαρσάρισμα μιας BMW.
Προτίμησαν να σωπάσουν, να αντικρίζουν τα απέναντι μπαλκόνια, το θαμπό φως από τα διαμερίσματα, τις σκιές που περιφέρονταν μέσα τους, να παρατηρούν τα παιδιά που μοιράζουν πίτσες με τα μηχανάκια...
...τα αστέρια αχνά, οι λάμπες από τους φανούς της πόλης, μόνο στο βάθος είδαν την λάμψη από μιαν αστραπή, κάπου θα έπρεπε να βρέχει…
...δάχτυλα πλεγμένα πάνω σε ένα γόνατο...δίχως όνειρα, δίχως αύριο...μόνο η στιγμή...
...τα αστέρια αχνά, οι λάμπες από τους φανούς της πόλης, μόνο στο βάθος είδαν την λάμψη από μιαν αστραπή, κάπου θα έπρεπε να βρέχει…
...δάχτυλα πλεγμένα πάνω σε ένα γόνατο...δίχως όνειρα, δίχως αύριο...μόνο η στιγμή...
Το στενό μπαλκόνι χωρούσε μόνον εκείνους, δυο μεταλλικές καρέκλες με ένα μικρό τραπέζι και τα νυχτολούλουδα που κρέμονταν πάνω από τα κεφάλια τους, δυο λεπτά πουλοβεράκια ριγμένα στους ώμους…
Έμειναν έτσι για ώρες…
Το πρωινό τους βρήκε ξαπλωμένους με ανοιχτή την μπαλκονόπορτα, ο αέρας μύριζε ακόμα νυχτολούλουδο, βασιλικό, φτηνό κρασί και εξάτμιση, μύριζε και τις ανάσες τους, την μία δίπλα στην άλλη...
...κολλητά…
...κολλητά…
6 σχόλια:
Υπέροχο(α)!
μα και το μπουζούκι ακόμα περισσότερο
Καποια στιγμή θα τα επιθυμησει κανεις και τα Παρισια και την Οια και άλλα πολλα - ετσι ειναι ο ανθρωπος απληστος, παντα θελει το παραπανω, το διαφορετικο- αλλα ετσι κι αλλιως και αυτα που λεμε μεγαλα και αυτα που μας φαινονται μικρα νοημα αποκτουν μονο μεσα απο βλεμματα σαν αυτα που περιγραφεις. Κι αγγιγματα
:) Kαλημέρα Άνευ!
Scarlett, δεν ειναι απληστος ο άνθρωπος παντα, είναι φυσιολογικά αχόρταγος...κι ολα τα θέλει.
Τα μεγάλα ή τα μικρά είναι για τον καθένα ξεχωριστά...
Καλημέρα να έχεις και καλο Σ.Κ. :)
Δεν είμαι σίγουρος αν σ’ αυτήν την αφήγηση-σχόλιο της ανάρτησης η ψυχή καταφέρνει να πετάξει ψηλά, πάνω από το έλος της θλίψης ή αν η θλίψη είναι μια ομίχλη μέσα στην οποία πότε πετά, πότε αιωρείται, η ψυχή. Αλλά είναι γλυκιά αφήγηση.
Eιναι μαλλον το δευτερο Δημητρη.
Ισως ομως να μην ειναι τοσο θλιψη, απλα μια αγαπη χωρις προσδοκιες και προυποθεσεις.
Δημοσίευση σχολίου