Πέμπτη 30 Αυγούστου 2007

Wake me up when September ends


Ήταν χρόνια πριν, όταν κάθε φορά που έμπαινε ο Σεπτέμβρης ένιωθα έναν κόμπο στον λαιμό, τότε βέβαια γιατί οι διακοπές τέλειωναν και τα σχολεία άρχιζαν. Σοβαρές ανησυχίες θα μου πει κανείς!
Φέτος, η θηλιά στο λαιμό ένιωσα να με πνίγει, καθώς το πικρό αυτό καλοκαίρι έφυγε, αφήνοντάς μας περισσότερους φτωχούς, αλλά και οργισμένους από ποτέ.
Τι να πει κανείς που να μην έχει ήδη ειπωθεί.
Περισσότερο από την θλίψη και την απογοήτευση προσωπικά νιώθω ταπείνωση.
Είναι σαν κάποιοι να μπήκαν μέσα στο σπίτι μου κι αφού πρώτα με κορόιδεψαν, με περιγέλασαν, με κατα-λήστεψαν, βίασαν κι εμένα και την οικογένειά μου, στο τέλος μας άφησαν ανήμπορους να περιμένουμε βοήθεια από τους ίδιους μας τους βιαστές!

Τα χειρότερα όμως δεν τα έχουμε δει. Αν οι εικόνες του ολοκαυτώματος άφησαν τους περισσότερους άφωνους μπροστά από τις οθόνες τους, τότε δεν έχουμε ακόμα δει τίποτα από την εφιαλτική πραγματικότητα η οποία μας περιμένει στη γωνία.
Τα εδάφη της Πελοποννήσου είναι σαθρά. Αυτό το λεν οι γεωλόγοι.
Η αποψίλωση των δασών θα οδηγήσει με γρήγορους ρυθμούς στην διάβρωση του ήδη σαθρού εδάφους με τις πρώτες βροχές, το νερό δεν θα συγκρατηθεί, η διάβρωση θα επιταχυνθεί και το χώμα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα στη θάλασσα, εκτός όλων των άλλων γεωλογικών ανακατατάξεων που θα δημιουργηθούν. Η εικόνα της ερημοποίησης θα είναι φρικτότερη από εκείνη των πυρκαγιών, ενώ και ο υδροφόρος ορίζοντας θα υποβαθμιστεί επικίνδυνα. Θα πούμε το νερό νεράκι!


Στο μυαλό μου πάντως ήδη σχηματίζεται μια πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα:
Καλο-βολεμένοι νοικοκυραίοι, ξεχνώντας τη μικροαστική τους ευπρέπεια να τρέχουν αφυδατωμένοι να αρπάζουν μπουκαλάκια αφαλατωμένου νερού από τα ράφια και να τα μαζεύουν σε στέρνες στα μπαλκόνια, πλούσιοι μεγαλοαστοί να αποθηκεύουν πολύτιμα μπουκαλάκια σε θυρίδες, η ενχρήματη οικονομία παύει να υφίσταται και μετατρέπεται πλέον σε ανταλλακτική, με σκληρό νόμισμα τα μπουκαλάκια αφαλατωμένου νερού, όπου την αξία του νερού θα την καθορίζουν τα υδάτινα αποθέματα κάθε χώρας - η Ελλάδα θα έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα λόγω θάλασσας, το οποίο όμως άνετα θα απολέσει, αφού δεν θα έχουμε ασφαλώς φροντίσει για την δημιουργία εργοστασίων αφαλάτωσης, καθώς οι απαραίτητες κοινοτικές επιδοτήσεις δεν θα απορροφώνται για την χρηματοδότησή τους και οι τοπικές κοινωνίες, παρότι κορακιασμένες για νερό, θα ανθίστανται σθεναρά για την κατασκευή τους, με αποτέλεσμα να κάνουμε πανάκριβες εισαγωγές εμφιαλωμένων από τρίτες χώρες με θαλασσινό νερό το οποίο εμείς κάναμε πρώτα εξαγωγή σε αυτές έναντι πινακίου φακής - νέα οικονομικά τραστ θα αναπτυχθούν, το πάλαι ποτέ επάγγελμα του νερουλά θα δρέψει και πάλι δάφνες, το παραδοσιακό: ‘Ένα νερό κυρά Βαγγελιώ’ θα αντικαταστήσει τον ‘Ύμνο εις την Ελευθερία’, ως τον νέο Εθνικό Ύμνο της χώρας, γιατί, τι να την κάνεις πλέον την ελευθερία όταν θα έχεις κορακιάσει από τη δίψα, ενώ το ‘Πήρα από το χέρι σου νερό, να το ξεχάσω δεν μπορώ’ του Άκη Πάνου, θα γίνει ο επίσημος ύμνος των απανταχού φιλανθρωπικών οργανώσεων υποστήριξης κορακιασμένων!

Το θέαμα πάντως με τα πλήθη να τρέχουν αλλόφρονα στους δρόμους για προμήθειες δεν είναι πρωτόγνωρο.

Για πρώτη φορά, θυμάμαι αμυδρά κάτι ανάλογο με τα γεγονότα της Κύπρου το ’74. Με τον πρώτο συναγερμό ξαμολήθηκε ο κοσμάκης στους δρόμους και στα συνοικιακά μπακάλικα για τις βασικές προμήθειες. Το πόση ληγμένη σαρδέλα και σκουληκιασμένα ζυμαρικά συσσωρεύτηκαν στα ντουλάπια της κουζίνας δεν λέγεται.
Το κατοχικό σύνδρομο και η φόβος του μαυραγορίτη εξωτερικεύτηκαν για μία ακόμα φορά σπάταλα, στη δεκαετία του ’80, με εκείνο το αλησμόνητο: ‘Βυθίσατε το Χόρα’ του Ανδρέα. Το επαπειλούμενο χαντζάρι του μοβόρου Τούρκου συσπείρωσε, σε μια εποχή κομματικού φανατισμού, όλες τις υποτιθέμενα αντίθετες ιδεολογικές ομάδες, μπροστά από τα ράφια με τις κονσέρβες, τα ΝΟΥΝΟΥ, τα ζυμαρικά και τα χαρτιά υγείας! Η ζάχαρη έγινε sold out!
Μα τι στο καλό πια, με τις κονσέρβες και τα γάλατα να το καταλάβω, με τα ζυμαρικά επίσης, άντε και με το χαρτί υγείας, μα με τι ζάχαρη το φαινόμενο αυτό πως ακριβώς ερμηνεύεται; Δηλαδή, εάν σωθούν τα μακαρόνια και το γάλα, καθώς κι όλα τα υπόλοιπα απαραίτητα, τη ζάχαρη τι ακριβώς να την κάνεις; Τα F-16 θα σκίζουν τους ορίζοντες πάνω από την (κατά)-κα(η)μένη Ηλεία και οι φρεγάτες θα περνούν προκλητικά μπροστά από τις μοντέλες της Ψαρούς και τους μπρονζέ λουόμενους του Σούπερ Παραντάις κι εσύ θα φτιάχνεις τσηζ-κέικ και γαλατομπούρεκα για να χορτάσεις την πείνα σου;

«Μάνα, σώθηκε η μπομπότα!»
«Μη στεναχωριέσαι παιδί μου, έχουμε μπλακ φόρεστ!».

Η εικόνα των αλλοφρόνων διψασμένων ιθαγενών να σουρομαδιούνται για ένα μπουκαλάκι αφαλατωμένου νερού φέρνει στο νου εικόνες μιας ζοφερής πραγματικότητας.
Το νερό δεν είναι μόνο για να το πίνεις, είναι και για να κάνεις τη λάτρα σου, να κάνεις ένα μπάνιο, να ποτίσεις το χωράφι σου - το αφυδατωμένο ντοματάκι Σαντορίνης θα χτυπήσει limit up στο Χρηματιστήριο της ντομάτας - να πλύνεις το σπίτι σου, το αυτοκίνητό σου.
Στην Ελλάδα, τη χώρα με την εξοργιστικά απίστευτη οικολογική αδιαφορία και την μεγαλύτερη σπατάλη υδάτινων πόρων σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη στην Ευρώπη, τα πράγματα διαγράφονται μάλλον μαύρα!
Με τόση βρωμιά πλέον που θα συσσωρευτεί, θα έλεγα κατάμαυρα!

«Ρε γυναίκα, πάλι το σώβρακό μου είναι άπλυτο;»
«Άντρα μου, τι να κάνω, το νερό σώθηκε. Βάλ΄το ανάποδα!»

Το φετινό πικρό καλοκαίρι δυστυχώς αφήνει μια πάρα πολύ άσχημη παρακαταθήκη για τα επερχόμενα έτη. Την ίδια θλιβερή παρακαταθήκη την οποία άφησαν σε εμάς τα προηγούμενα πέτρινα χρόνια της οικολογικής αδιαφορίας. Αυτό μάλλον πολλοί το καταλαβαίνουμε λίγοι όμως το συνειδητοποιούμε, καθώς ζούμε σε μια χώρα βαθιά ωφελιμιστική και ατομικιστική.

Ο Σεπτέμβρης πάντως μας υπενθυμίζει ότι: “Μάγκες, αυτά που ξέρατε ξεχάστε τα”.
Το ουτοπικό άλλοθι της (δια)φυγής εδώ δεν πιάνει μία!
Την σκληρή πραγματικότητα θα την αντιμετωπίσετε κατάματα και χωρίς υπεκφυγές!

Ειδικά τούτος εδώ, ο καψαλισμένος Σεπτέμβρης μπαίνει με πολύ άγριες διαθέσεις.
Η 1η Μπιενάλε της Αθήνας ξεκινά. Destroy your myth of Athens, με αυτό το “destroy” να κολλάει φέτος γάντι! Πάντως όλα τα ΄χει η Μαργιορή ο φερετζές της έλειπε!
Μια ανερχόμενη ευρωπαϊκή μητρόπολη, όπως η Αθήνα, η οποία έχει καταφέρει να διοργανώσει με επιτυχία μια Ολυμπιάδα αλλά και μια Eurovision, θα ήταν ανόητο να μην μπορεί να «στήσει» και μια Μπιενάλε. Δηλαδή η Κωνσταντινούπολη, η οποία έχει τη δική της Μπιενάλε εδώ και περίπου μία 10ετία είναι καλύτερη;
Η διψασμένη πάντως για πολιτιστική τροφή, μέχρι πριν από λίγα χρόνια, πρωτεύουσα, το ιδιόμορφο αυτό αστικό μόρφωμα στις εσχατιές της Ευρώπης, παρουσιάζει πλέον ένα πληθωρισμό καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, ο οποίος τελικά δεν είναι εύκολα αφομοιώσιμος από ένα κοινό, το οποίο στην μεγαλύτερη μερίδα του, έχει εθιστεί στο κοψίδι, στη TV και στο ωχ αδερφέ.
Ευπρόσδεκτη λοιπόν η Μπιενάλε, αν και σε καμία περίπτωση δεν σηματοδοτεί την αναβάθμιση του πολιτιστικού επιπέδου της χώρας, η οποία το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα περιμένει την καλοκαιρινή σεζόν για να την “βγάλει” πότε με τα φιλότιμα - κατά τα άλλα - πολιτιστικά δρώμενα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και πότε με τις “καλλιτεχνικές εξόδους” εγχώριων και αλλοδαπών “καλλιτεχνικών σχημάτων” στην Περιφέρεια.

«Μαίρη, πάμε μπουζούκια;»
«Πάμε! Να περάσω όμως πρώτα από τη Μπιενάλε;»

Τούτος εδώ όμως ο Σεπτέμβρης ξεκινά ακόμα αγριότερα.
Σε λίγες ημέρες το εκλογικό σώμα, με υγρό ακόμα το αντηλιακό στις πλάτες του, με τα σπίτια, τα ζώα, τη γη και το βιος του όλο, κατακαμένο από τις πυρκαγιές και την αδιαφορία, με την έναρξη της σχολικής περιόδου, της ΔΕΘ, του Champions League, του Eurobasket, των πατροπαράδοτων φθινοπωρινών ανατιμήσεων σε βασικά είδη διαβίωσης, της διάθεσης στο ρελαντί από την προηγηθείσα θερινή ραστώνη, την έντονη αμηχανία και οργή των ημερών, θα προσέλθει στις κάλπες για να εκλέξει τους άρχοντες του τόπου.
Πιο πολύ μελάνι και σάλιο πάντως καταναλώθηκε για τον χρόνο των εκλογών και λιγότερο για την ουσία της υπόθεσης. Ίσως τελικά γιατί την ουσία ακόμα την αναζητούμε, ίσως γιατί την ουσία δεν θέλουμε να την ανακαλύψουμε, ίσως γιατί είναι καλύτερα να βαυκαλιζόμαστε με το life style της πολιτικής παρά με την ουσία της.
Για μία ακόμα φορά λοιπόν θα κολυμπήσουμε σε μια θάλασσα επιχειρημάτων για το ποιος μπορεί και ποιος δεν μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα, θα κονταροχτυπηθούμε πάνω από την καμένη - στην κυριολεξία - γη την οποία άφησε ο ένας και ο άλλος αναζητώντας ποιος μας έκαψε ή θα μας κάψει λιγότερο στο μέλλον, θα παρακολουθήσουμε τηλεοπτικούς καυγάδες - ως συνήθως περί όνου σκιάς - πάνω από τις κατά-κα(η)μένες μας ζωές, θα απαλλαγούμε από τις συλλογικές μας ενοχές - εάν έχουμε - φορώντας μαύρα συνολάκια σε άοσμες διαμαρτυρίες συλλογικής συναισθηματικής (απο)φόρτισης, κατηγορώντας αποκλειστικά τους πολιτικούς ότι αυτοί φταίνε για όλα και στρουθοκαμηλίζοντας όπως πάντα ανέμελα, θα αναζητήσουμε πολιτικούς-σωτήρες με λύσεις θαυματουργές, αδυνατώντας να κατανοήσουμε ότι οι αλλαγές δεν είναι απλά θέμα προσωπικής πολιτικής μαεστρίας και επικοινωνιακών τρικ, αλλά κυρίως συλλογικής τόλμης, ρήξεων και κοινωνικών συναινέσεων, θα επιβεβαιώσουμε ότι δυστυχώς δεν είμαστε συνειδητοποιημένοι πολίτες οι οποίοι συμμετέχουν στα κοινά αλλά απλά αφυδατωμένοι κάτοικοι καμένης και στέρφας γης, αλλά και για μία ακόμα φορά - μέσα σε ένα εγχώριο σύμπαν το οποίο θα ομφαλοσκοπείτε αφόρητα και θα (αυτο)ικανοποιείται με επιδερμικούς συναισθηματισμούς, αδιαφορώντας σε μεγάλο βαθμό για τα όσα σημαντικά συμβαίνουν στον υπόλοιπο κόσμο και τα οποία καθορίζουν το μέγεθος της δικής μας ασημαντότητας - θα μπερδέψουμε το ασήμαντο με το σημαντικό, το μικρό με το μεγάλο, το σημαίνον με το σημαινόμενο.

Πρόσφατα πάντως συνάντησα μια γνωστή μου την οποία είχα καιρό να δω. Όταν την ρώτησα για ποιον ακριβώς λόγο καίγεται τόσο πολύ για τις εκλογές, καθώς έβλεπα το μικρό της σύμπαν να στροβιλίζεται στη δίνη τους, μου απάντησε αποστομωτικά: “Έχω παιδιά να μεγαλώσω!”
Δεν ρώτησα περισσότερα, κατάλαβα!
Δηλαδή κάποιοι σε αυτή τη χώρα μεγαλώσουν παιδιά, ενώ κάποιοι άλλοι μεγαλώνουν alien!
Αυτή λοιπόν η γνωστή μου - και δεν είναι η μόνη - έχει αποδεχτεί - ας κάνει κι αλλιώς - ότι κόμμα ίσον κράτος και ότι το κράτος-κόμμα-σωτήρας δεν υποχρεούται απλά να είναι αρωγός των κοινωνικών επιδιώξεων - ως οφείλει βεβαίως - αλλά ένας Big Brother ο οποίος θα παρακολουθεί, θα αφυδατώνει και θα στραγγαλίζει νεωτερισμούς και φρέσκιες ιδέες, ένας νέος Χάρυ Πότερ, ο οποίος με τα μαγικά του κόλπα θα φροντίζει για την επαγγελματική αποκατάσταση των παχύσαρκων ελληνοπαίδων - κατά προτίμηση στον ευρύτερο Δημόσιο τομέα - θα είναι πάντοτε απίκο για να ικανοποιεί το οποιοδήποτε ρουσφέτι ζητηθεί, θα είναι εκεί για να βολεύει, να τακτοποιεί, να εξαργυρώνει επί τη εμφανίσει κι όχι μεταχρονολογημένα, τις επιταγές της πελατειακής του βάσης.
Αυτή λοιπόν η κατηγορία των ψηφοφόρων διακατέχεται από μια ωφελιμιστική αντίληψη περί πολιτικής, βασισμένη πάντως σε ένα απλοϊκό αλλά αποτελεσματικό αλισβερίσι μιας πρωτόγονης ανταλλακτικής οργάνωσης της κοινωνίας.
Μέσα σε αυτό το αλλόκοτο σύμπαν υπάρχουν πολλοί λοιπόν οι οποίοι αναζητούν μια θέση στον ήλιο με τον ίδιο περίπου τρόπο που αναζητούν πρώτο τραπέζι πίστα.
Κάποτε, όλο αυτό είχαμε την αιδώ ή έστω την αφέλεια να το ενδύουμε με κάποιο ιδεολογικό ρούχο, σήμερα τα πράγματα είναι περισσότερα ωμά, περισσότερο απροκάλυπτα.

«Πατέρα μίλησες στον Βουλευτή;»
«Μην ανησυχείς παιδί μου. Ετελείωσε!»

Μαζί με αυτούς, η κιμαδομηχανή της χώρας παράγει ιδεολόγους της πλαστικής σημαίας, χαρωπούς χειροκροτητές κάθε ιαχής και σαχλαμάρας που θα ακουστεί από τα μπαλκόνια, βολεμένους επαναστάτες της πολυθρόνας, πολλούς άλλους οι οποίοι συντηρούν ευλαβικά μια κομματική παράδοση-κληρονομιά από τους προγόνους, καθώς κι εκείνη την εύπλαστη σαν πλαστελίνη μάζα, η οποία στην πραγματικότητα νομίζει ότι ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις, πότε πριμοδοτώντας τον έναν και πότε μαυρίζοντας τον άλλον, επηρεασμένη άλλοτε από τις συγκυρίες, σπανιότερα από τις πραγματικές ανάγκες του τόπου κι άλλοτε - φευ - από ένα εξωφρενικά επιβαλλόμενο life-style, το οποίο μπορεί να διαμορφώσει θέσεις σε ένα περιβάλλον απουσίας πραγματικής πολιτικής, σε ένα περιβάλλον απαξίωσης και ισοπέδωσης των πάντων.

Στην απαίδευτη, υπερσυντηρητική Ελλάδα των αρχών του 21ου αιώνα, στην οποία υπάρχει κραυγαλέα αναντιστοιχία μεταξύ λόγων και πράξεων, τα πράγματα αναγκαστικά αλλάζουν και ωριμάζουν αργά και αυτό συμβαίνει γιατί ένα ολόκληρο σύστημα ζει, αναπνέει και επιβιώνει από δυνάμεις τις οποίες το ίδιο αναπαράγει για να (αυτό)συντηρηθεί μέσα σε ένα περιβάλλον αδράνειας, αφασίας και μαλθακότητας.

Κι ενώ επιτέλους αυτός ο Αύγουστος του ανείπωτου πόνου και της οργής ξεκουμπίστηκε, δυστυχώς τον διαδέχεται ένας πολύ άγριος Σεπτέμβρης, καθώς μπαίνει τσουρουφλισμένος, απογυμνωμένος και αφυδατωμένος, σαν ταύρος στο υαλοπωλείο και μας υπενθυμίζει ότι όλα τα προβλήματα, σαν καυτές πατάτες, είναι εδώ και χρειάζονται χέρια γανωμένα να τις πιάσουν, αλλά μας ζητά επίσης πίσω ότι θεωρητικά το καλοκαίρι μας χάρισε ή τέλος πάντων μας ανταπέδωσε για τα ευρώ που του καταθέσαμε απλόχερα. Την ξεγνοιασιά (;), την ξεκούραση (;), την αναβλητικότητα, την εξωστρέφεια, την τεμπελιά, θα την ανταποδώσουμε με την χαρακτηριστική ενδημική μας ομφαλοσκόπηση, με πατροπαράδοτη γκρίνια, αλλά και με αυξημένη παραγωγικότητα, ως είθισται, ώστε να γεμίσει το άδειο το ταμείο.
Ο μεταπράτης Σεπτέμβρης μπαίνει τελικά πολύ φλύαρος και φουριόζος κι εγώ πάντα αντιπαθούσα και την φλυαρία και την φούρια και τον άκρατο μεταπρατισμό…
…τώρα βέβαια που το συνειδητοποιώ, αυτός ο μήνας σχεδόν πάντοτε μου προκαλούσε και μιαν ανεξήγητη υπνηλία…

…Wake me up when September ends…(έτσι, για να πάνε τα φαρμάκια κάτω και να επουλωθούν τα κάθε λογής εγκαύματα)

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

******

Τζων Μπόης είπε...

Μέτρησα σωστά;
Εξάστερο είναι;

scalidi είπε...

τι να σου πω; μήπως έχεις άδικο; καλά τα λες

Τζων Μπόης είπε...

...αυτό είναι, ότι απλά τα λέω!

Katerina ante portas είπε...

Eξαιρετικό κείμενο. Έπειτα αναρωτιέσαι γιατί "κόλλησα" στη..σαπουνόπερα και στην Οπρα! ;)