Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Το μέτρο



Μετά το σχολείο, ο Γιώργος ο συμμαθητής μου αποφάσισε να εργαστεί σε κάποιο κρουαζιερόπλοιο που πραγματοποιούσε ταξίδια πέρα από τα στενά του Γιβραλτάρ. Αυτό που πάντοτε του ζητούσα κάθε φορά που επικοινωνούσαμε, ήταν να μου στέλνει - από κάθε μέρος που επισκεπτόταν, από κάθε λιμάνι που έπιανε - από μια καρτ ποστάλ. Δεν έφτανε όμως αυτό, τις ήθελα με γραμματόσημο, με σφραγίδα ταχυδρομείου, με χαιρετίσματα, αλλά και με αφιέρωση, τις ήθελα «πραγματικές»: «Από το Κέιπ Τάουν με αγάπη», «Πολλά φιλιά από τα νησιά Μπαρμπάντος», «Χαιρετίσματα από τις Σεϋχέλλες».
Κάθε φορά που έβλεπα μια καρτ ποστάλ στο γραμματοκιβώτιο χαιρόμουν λες κι είχα κερδίσει τζακ ποτ στον λόττο. Ταξίδευα κι εγώ μαζί του κι ήλπιζα μέσα μου ότι εκείνα τα ταξίδια, κάποια στιγμή, ίσως να μπορούσα να τα πραγματοποιήσω κι εγώ.
Τα πρώτα μου χρήματα από την πρώτη μου κιόλας εργασία, πρωτοετής φοιτητής ακόμα, τα ξόδεψα αγοράζοντας ένα τζιν παντελόνι, πετροπλυμμένο, σκισμένο, κουρέλι εντελώς, κάθε φορά που το φορούσα έβλεπα την μάνα μου να σταυροκοπιέται και να μουρμουρίζει, «μα πως θα βγει έτσι έξω το παιδί, φαίνεται ο κώλος του!», ένα μπλουζάκι που απεικόνιζε έναν γάιδαρο σε στύση (παραδόξως αυτό δεν τους έκανε εντύπωση), μου άρεσαν κάποιες υπερβολές, αγόρασα και ένα ταψί γαλακτομπούρεκο για το σπίτι, να το γιορτάσουμε, μοναχοφάης δεν ήμουνα κι επίσης ένα κέρασμα σε φίλους, σε ένα μπαράκι πίσω από το Χίλτον. Πίστευα ότι θα μου περίσσευαν και χρήματα για κάποια εκδρομή, αλλά εκείνο το κέρασμα ήταν πολύ δαπανηρό καθώς όλοι αποδειχτήκαμε δυνατά ποτήρια, χάθηκε το μέτρο, καλά κάναμε, το γλέντι συνεχίστηκε σε ένα ρεμπετάδικο στα Εξάρχεια, γιατί μετά τον Michael Hucknall και το, "it’s only love, doing its thing baby", την βότκα, την τεκίλα, το ρούμι και μερικά σφηνάκια-μπόμπες, ερχόταν η ώρα της ρακής και του Βαμβακάρη να σου λέει, "Έξι γκόμενες αφράτες έμορφες και μαυρομάτες τσάρκα βγαίνουμε στην πιάτσα σαν τους κάνουμε στραπάτσα".
Κι έτσι λοιπόν τα πρώτα χρήματα κατέληξαν στις αφράτες, έξι γκόμενες (χαλάλι τους!), τα δεύτερα πήγαν σε μια εκδρομή στο Καρπενήσι, τα τρίτα στη Μύκονο (πήγαινα κι εγώ γυρεύοντας), τελικά με τα τέταρτα αγοράστηκαν δυο αεροπορικά εισιτήρια για την Ιταλία...ήθελα και παρέα, βλέπεις την ημέρα καλά ήταν, το βράδυ πως θα την έβγαζα;….μέχρι εκεί όμως άντεχε ο προϋπολογισμός (και πάλι καλά), αν και τα αρχικά σχέδια ήταν για…Αυστραλία (ή είχαμε μεγαλεπήβολα σχέδια ή δεν είχαμε!). Το σίγουρο ήταν ότι σε αυτά τα πράγματα χανόταν το μέτρο κι αυτό έμοιαζε όμορφο.
Με κάποιον επόμενο μισθό, πραγματοποιήθηκε κάποιο ταξίδι παραπέρα, με τον αμέσως επόμενο επίσης πιο πέρα και όσο στο πορτοφόλι έμπαιναν λεφτά (τότε υπήρχε και το κακό συνήθειο να πληρώνεσαι στην ώρα σου) και οι υποχρεώσεις ήταν λιγοστές, τόσο πιο μακριά απλώνονταν τα σχέδια, απλώνονταν τα πόδια, πάντα όμως μέχρι εκεί που έφτανε το πάπλωμα, απέκτησα και κάποια ακριβά γούστα κι έτσι μια φορά εστέτ, πάντοτε εστέτ, δεν μου αρκούσε το Λουτράκι, ή έστω η Ύδρα, οι Σπέτσες, τα Ψαρά, προτιμούσα να κυκλοφορώ μόνιμα με το σκισμένο τζιν κι ας κρύωναν τα πόδια μου, παρά να μην έβλεπα την Κόκκινη Πλατεία στη Μόσχα και τη Σειρήνα της Κοπεγχάγης στα παγωμένα νερά της Βαλτικής. Όμορφες υπερβολές.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μου κι ενώ τα σχέδια ήταν ιδιαιτέρως φιλόδοξα, τα δικά μου ταξίδια δεν μπορούσαν να συγκριθούν σε ποικιλία και φαντασία με εκείνα του Γιώργου. Το παιχνίδι έμοιαζε σικέ.

Κάποια στιγμή, το ήδη σκισμένο τζιν ξεσκίστηκε εντελώς και πλέον ο φόβος της μάνας μου να μη φανεί ο κώλος μου έγινε πραγματικότητα, έπρεπε λοιπόν να αντικατασταθεί (φυσικά με άλλο σκισμένο), μετά έπρεπε να προστεθούν και μερικά ακόμα ρουχαλάκια στην ντουλάπα (το κακό ήταν ότι άρχισαν να μπαίνουν κάτι κοστούμια και γραβάτες), να αγοραστεί και κανένα βιβλίο να ξεστραβωθώ (νισάφι πια με τα Κλικ και τα Playboy, πόσα βυζιά να δεις), κανένα cd (τότε τα αγοράζαμε κι αυτά), να ικανοποιώ όσα η ψυχή και το σώμα μου πρόσταζαν (και πρόσταζαν πολλά και χωρίς μέτρο), έπρεπε να είμαι και τζέντλεμαν με τα κορίτσια κι όχι κανένας καρμίρης, φραγκοφονιάς με καβούρια στις τσέπες, για ένα κιμπαριλίκι ήρθαμε στο μάταιο τούτο κόσμο, το γερμανικό μοντέλο, «τρεις στο λάδι τρεις στο ξίδι και φέρε εδώ το λογαριασμό να δω πόσα έφαγα εγώ, πόσα έφαγες εσύ κι έλα μετά να πληρώσει ο καθένας τα δικά του», ούτε στο θάνατό μου, καλύτερα χρεοκοπημένος, έγιναν βέβαια προσπάθειες στην πορεία για αποδοχή του σχετικού μοντέλου - τα ήθελε κι ο δικός μου πισινός - αλλά αυτά που κορόιδευα δεν θα τα λουζόμουν, εγώ Έλληνας γεννήθηκα κι Έλληνας θ΄αποθάνω, οι στάχτες μου θα απλωθούν στο Αιγαίο, στη γλάστρα με τον πλατύφυλλο βασιλικό, στον κήπο με τη γαζία και το γιασεμί…τι έλεγα; α ναι, έτσι λοιπόν το ήδη περιορισμένο budget συμπιεζόταν ακόμα περισσότερο, βρέθηκα από νωρίς στα προσωπικά Μνημόνια, τι να μου πει τώρα και η Τρόικα, να της κάνω εγώ εντατικά μαθήματα να δει πόσα απίδια βάζει ο σάκος κι ενώ, κάτι οι επαγγελματικές μεταγραφές, κάτι η πιάτσα που πλήρωνε ελέω και εν μέσω «ανάπτυξης», υπερβολής και παραφροσύνης, κάτι που την είχα «ακούσει» κι εγώ με την καριέρα, τα χρήματα σιγά σιγά αυξάνονταν, οι υποχρεώσεις όμως άρχιζαν να εκτοξεύονται κι αυτές πολλαπλασίως κι έτσι κάθε φορά που ο Γιώργος μου έστελνε καρτ ποστάλ, πότε από τις Φιλιππίνες, πότε από τα νησιά Τρίνινταντ & Τομπάγκο, πότε από τη Βραζιλία, αισθανόμουν σαν να μην είχα μετακινηθεί ούτε μισό μέτρο από την Αθήνα, μπαστακωμένος μέσα σε ένα Sato, χαμένος σε χαρτιά, να αναστενάζω και να παιδεύομαι με νούμερα παντός είδους.
Άρχιζε να μπαίνει μέτρο.
Η ελπίδα όμως και τα όνειρα δεν μπορούν να περιοριστούν, δεν είναι ρούχο να το μετρήσεις με τη μεζούρα να δεις αν σου κάνει, δεν είναι μισθοί που δέχονται βίαιες περικοπές, δεν είναι επιδόματα να καταργηθούν, οι ελπίδες και τα όνειρα είναι σαν τα προνόμια μιας συγκεκριμένης κατηγορίας «σκληρά εργαζομένων» συμπολιτών μας, εδώ ο κόσμος καίγεται κι αυτά εκεί, ακλόνητα!
Όσα λοιπόν δεν μπορούσα τότε να πραγματοποιήσω και δεν είναι μόνο κάποια ταξίδια, αλλά όσα η ζωή προστάζει, όλα όσα γεννούν επιθυμίες και ανάγκες, όλα όσα σε βγάζουν από το μέτρο, τα μετέθετα χρονικά στο μέλλον κι έτσι το αύριο γινόταν σήμερα και το σήμερα ήλπιζε στο αύριο, στο μεθαύριο, στο πιο μετά, σε ένα αόριστο μέλλον και πριν το καταλάβω, πριν καν συνειδητοποιήσω πως πέρασε ο χρόνος, πριν καν αντιληφθώ τον πόλεμο που διεξαγόταν γύρω μου και τις οβίδες που έσκαγαν πλάι μου, είδα τον εαυτό μου στον καθρέπτη και ήταν σαν να μην ήμουνα εγώ, σαν κάποιος άλλος να φόρεσε τα μέσα μου και κάπως έτσι προσγειώθηκα απότομα στο τώρα.

Κάθε φορά που κοιτάζω πλέον το γραμματοκιβώτιο δεν βλέπω μέσα τις καρτ ποστάλ του Γιώργου, τώρα πια μου στέλνει e-photos στο e-mail, μου ζητάει να «κατεβάσω» το Skype για να τα λέμε on camera, θέλει να ανοίξω facebook και twitter για να ανταλλάσουμε εντυπώσεις online...υπερβολές…τι να του πω κι εγώ…εσύ Γιωργάκη βλέπεις το κοραλλιογενές φράγμα στην Ωκεανία κι εγώ τον Πωλ Τόμσεν;
Κάθε φορά που κοιτάζω το γραμματοκιβώτιο δεν βλέπω πλέον εικόνες από την Ταϊτή και τις Παρθένες Νήσους, παρά μονάχα λογαριασμούς από τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ, λογαριασμούς κινητών, ακινήτων (το κεραμίδι στο κεφάλι έγινε κεραμίδα και με πλάκωσε), την Εφορία (ιδίως αυτήν), προσφορές από τον Κωτσόβολο, τον Βασιλόπουλο και τα Carrefour, άρχισαν άλλες πλέον υπερβολές, τι να τους κάνω τους καταρράκτες του Νιαγάρα, όταν σήμερα στο ένα κιλό φέτα έχεις δώρο 250 γραμμάρια ελιές θρούμπες, τι να τα κάνω τα φιόρδ της Νορβηγίας όταν ξέρω ότι «ο Τζάμπας ζει!», έντυπα με «αγοράζω τιμαλφή», «Νικήσαμε την ακρίβεια», «Φτηνόπολύ» (η φτήνια τρώει τον παρά), «Δεν είμαι και χτεσινός», «αγοράζω χρυσά δαχτυλίδια, σταυρούς βαφτιστικούς, βέρες γάμου και αρραβώνων», «αγοράζω χρυσά δόντια», πρώτα σας ξεδοντιάζουμε και μετά σας πληρώνουμε, διαφημιστικά για delivery πίτσας και σουβλάκια, αντί για το Ακαπούλκο βλέπω πλέον εκπτωτικά μενού για Φαχίτας, Μπουρίτος και Κεσαντίγιας, αντί για τη Σαγκάη, βλέπω noodles και πάπιες Σετσουάν, αντί για εικόνες από τη Καζανμπλάνκα και την Καλκούτα, το γραμματοκιβώτιο μυρίζει κακομαγειρεμένο κουσκούς και Tikka Masala με βρωμερό κάρυ, προχτές είδα κι ένα διαφημιστικό για επιμήκυνση πέους, κοιτάχτηκα καλά, αχρείαστο...και κάπως έτσι συνεχίζω να ελπίζω και να μεταθέτω χρονικά στο αύριο, στο μεθαύριο, στο μέλλον, σε κάποιο απώτερο μέλλον, σε κάποια άλλη στιγμή, όλα όσα δεν πρόλαβα να κάνω, να δω, λες και με πέταξαν αδικαιολόγητα και με τη βία από το βαγόνι πριν φτάσω στον σταθμό - μα εγώ το είχα πληρώσει το εισιτήριό μου, όσα μου ζητούσαν τους τα έσκαγα και μάλιστα στην ώρα τους, δεν ήμουν εγώ ο τζάμπας - να περιμένω αποσβολωμένος κι αφυδατωμένος τον επόμενο συρμό, χωρίς εισιτήριο στην τσέπη, χωρίς προορισμό, χωρίς αποσκευές, μόνο με κούραση, απορίες, ερωτηματικά και ανασφάλειες…
Ύστερα κάθομαι και σκέφτομαι ότι όλες τούτες οι σκέψεις ίσως να είναι πολυτέλεια, υπερβολή, έχασα το μέτρο μπροστά στην απορρύθμιση των πάντων, στην παρακμή και στην απελπισία, εδώ κάποιοι δεν έχουνε να φάνε, τώρα απλά επιβιώνουμε, τώρα προσπαθούμε να τα βγάλουμε πέρα, τώρα πέφτουμε μέσα στην αρένα και παλεύουμε με τα λιοντάρια, με τη Λερναία Ύδρα, δεν το αναλύουμε και πολύ, αυτό είναι το στοίχημα της εποχής, ίσως όλες τούτες οι ζόρικες σκέψεις να είναι τα κατάλοιπα από την εποχή της πρώτης νιότης, τότε που όλα τα μεταφράζαμε μελοδραματικά, υπερβολικά, λες και βράζαμε μέσα σε ένα καζάνι με συναισθηματικά ναυάγια, ερωτική υπερφόρτιση και υπαρξιακά αδιέξοδα, εμένα όμως ώρες ώρες μου αρέσει αυτή η υπερβολή, το μελό, να χάνω το μέτρο, αυτή η μαζοχιστική αναμέτρηση με τις ψυχικές μου αντοχές, να το τραβάω στ’ άκρα, να το ξεχειλώνω, σαν ένα τραγούδι με υπερβολικά δραματοποιημένη ερμηνεία, γιατί έτσι το παλεύω με τον χρόνο που φεύγει, έτσι τον ξεγελώ, ίσως να΄ναι και η αντρική κλιμακτήριος που έρχεται σ’ αυτή την ηλικία (μη τα ρίχνουμε όλα στις γυναίκες που τρώγονται με τα ρούχα τους, ξεσκίζουμε κι εμείς τα δικά μας).
Ίσως όμως να είναι και μια προσπάθεια να αναμετρηθούμε με τα νέα δεδομένα, να βρούμε τις νέες ισορροπίες, τα νέα μας πατήματα, να βρούμε το μέτρο, το δικό τους μέτρο, να καταλάβουμε ότι στη ζωή, αργά ή γρήγορα, δίνουμε ότι παίρνουμε, αλλά και το αντίθετο, κάπως έτσι από΄δω και μπρος θα γίνονται τα κουμάντα μας…δάνεια φορτώνεσαι, χρέη θα αποκτάς, παρακμή θα παράγεις, χρεοκοπία θα πληρώνεις, σκισμένο ρούχο θα φοράς, ο πισινός σου θα φαίνεται, καρτ ποστάλ θα λαμβάνεις, ταξίδια θα ονειρεύεσαι, ας είναι έστω και της ψυχής μονάχα, είναι φορές που εκείνα τα ταξίδια, τα νοερά πάνω από ουρανούς και θάλασσες, εκείνα που κάνει το μυαλό, εκείνα που χάνεσαι στα σύννεφα, να είναι τελικά και τα πιο υπερβολικά, τα πιο αληθινά, τα πιο ωραία...
...που να πάρει ο διάολος, δεν κρύβεται πάντα στο μέτρο η ομορφιά...

10 σχόλια:

scarlett είπε...

Αχ! Τζων Μποη.....

Τα ονειρα για να γεννηθουν και να μεγαλωσουν ζητούν μια ηρεμια... θελουν ασφαλεια ...
(τα χρηματα παιζουν δευτερευοντα ρολο)
πρεπει να βρουν μια στερεη βαση να ακουμπησουν
κι ας ειναι η πραγματοποιηση τους το πιο αβεβαιο πραγμα στον κοσμο .

όταν βρισκεσαι σε εμπολεμη ζωνη,οι προτεραιοτητες αλλαζουν, το κυριο θεμα γινεται η επιβιωση και το ονειρο κουρνιαζει σε μια σκοτεινη γωνια του μυαλου σου.
δεν ειναι οι περικοπες που το καταργουν ή το μετριαζουν. ειναι η ανασφαλεια του αυριο που μας καλλιεργουν καθημερινα τρια χρονια τωρα.

Τον Γιωργο , δεν τον ζηλευω, οπως ουτε κι εσυ (πιστευω)
Το "ταξιδι" του ειναι η δικη του ρουτινα, οπως για σενα ειναι το γραφειο. Και μετα τον πρωτο κοραλλιογενή ύφαλο, όλοι ιδιοι μοιαζουν . Οπως και ολοι οι ουρανοι.

Ας μπουμε σε μια κατασταση ηρεμιας Τζων Μποη...και τα ονειρα θα ξαναγεννηθουν "να παρουνε εκδικηση".

Κι οπως κι εσυ γνωριζεις την ευτυχια μας δεν την αγοραζουμε, την φτιαχνουμε


Εγραψες πάλι...

Καλη σου νυχτα Τζων Μποη και ονειρα γλυκα
:)

thinks είπε...

Όσο κάνεις κάτι στην ζωή από αυτά που θέλεις τόσο συνειδητοποιείς πως όλα και ότι έχεις κάνει είναι το σύνολο του τι είναι αληθινό, και ότι το χορτάρι δεν είναι πιο πράσινο στου γείτονα, αλλά το ίδιο παντού, και ο γείτονας μπορεί κιόλας να μην το εκτιμά όπως εμείς εκείνο που είναι δικό μας πραγματικά. Η σιγουριά μας είναι το τι έχουμε κάνει εμείς. Η ομορφιά δεν κρύβεται ποτέ στο μέτρο αλλά στο όνειρο, και στις θύμισες. Και το όνειρο δεν μπορεί ποτέ να το κλέψει κανείς εκτός αν τους αφήσουμε. Η αξία του όνειρου είναι ανυπολόγιστη, και όταν το μετράμε με ρεαλισμό το σκοτώνουμε γιατί του δίνουμε χρηματική αξία.

Πάρα πολύ όμορφα γράφεις. Good night John-boy...

Ανώνυμος είπε...

Χειμαρος!!! Η τελευταια σου προταση συμπικνωνει ολο το κειμενο. Σε φιλω. Ανευ Χ.

Τζων Μπόης είπε...

Καλημέρα Scarlett,

Με το σχόλιό σου θυμήθηκα αυτό που είχε πει η Coco Channel, ότι δηλαδή υπάρχουν άνθρωποι που έχουν λεφτά και άνθρωποι που είναι πλούσιοι.
Σίγουρα το παν δεν είναι τα χρήματα, το ζήτημα είναι να τα διαχειρίζεσαι καλά, ώστε να μπορείς να κάνεις πραγματικότητα μερικά έστω από τα όνειρά σου.
Πάντως δεν συμφωνώ με αυτό που λες ότι τα όνειρα θέλουν ηρεμία κι ότι περιμένουν μέχρι να καταλαγιάσει ο κουρνιαχτός για να βγουν και πάλι μπροστά.
Τα όνειρα είναι ελεύθερα πουλιά, για να το πω και πιο ποιητικά, είναι σαν να πεινάς και να λες, θα σταματήσω να πεινάω επειδή δεν έχω να φάω, γίνεται;
Τον Γιώργο δεν τον ζηλεύω, εκείνος ζει κάποια που εγώ δεν θα ζήσω κι εγώ ζω κάποια που εκείνος θα ήθελε να είχε, αυτή είναι η ζωή...
Πιστεύω ότι τελικά στη ζωή πραγματοποιούμε όσα μπορούμε να αντέξουμε.

Τζων Μπόης είπε...

Δημήτρη καλημέρα,

Νομίζω ότι με κατάλαβες απόλυτα, ίσως να είναι αυτός κι ο αντρικός τρόπος σκέψης, ο λίγο πιο "ξεχειλωμένος" σε σχέση με τον γυναικείο που προστάζει περισσότερη νοικοκυροσύνη στη «γωνία λήψης».
Δεν έχω καταλήξει στο πως θα ήταν ο κόσμος εάν μια γυναίκα δεν συγκρατούσε - κατά κάποιο τρόπο - τον κάπως χαοτικό τρόπο σκέψης ενός άντρα. Καλύτερα ή χειρότερα…
Το ζήτημα είναι ότι τα όνειρα είναι όνειρα γιατί δεν είναι ρεαλιστικά, όλα τα υπόλοιπα που κάνουμε πράξεις είναι απλά επιθυμίες.
Πολλές φορές βαριέμαι θανάσιμα τον ρεαλισμό.

Τζων Μπόης είπε...

Καλημέρα Άνευ Χ.,

...κι εγώ σε φιλώ, να είσαι καλα :)

teleytaios είπε...

Εξαιρετική η ανάρτησή σου Τζων Μπόη, από εκείνες που ξεχωρίζουν σα φάρος τη νύχτα. Νομίζω πως ότι κι αν γράψω θα είναι λίγο για να χαρακτηρίσω την ανάρτησή σου. Αυτό πάντως που μου άρεσε ήταν ότι κοίταξες βαθιά μέσα στον εαυτό σου και όχι γύρω σου, αδιαφόρησες για τους άλλους κι επικεντρώθηκες μόνο σ' εσένα. Εξαιρετικό και λυτρωτικό αν μου επιτρέπεις να χρησιμοποιήσω τον όρο.

Την καλημέρα μου.

Τζων Μπόης είπε...

Καλησπέρα αγαπητέ Κώστα,

Θα σου έλεγα ότι με τα καλά σου λόγια κοκκινίζω, αλλά μάλλον θα σου έλεγα ψέματα, καθώς σε μένα το κοκκίνσμα χάνεται από το φυσικό μου χρώμα :))
Νομίζω πάντως, καλώς κατά τη γνώμη μου, κι όσο καιρό διατηρώ αυτό το Blog, με τη δική μου καμπούρα ασχολούμαι κι αυτό από μόνο του είναι όντως ανακουφιστικό. Το να τρώγεσαι με τα δικά σου ρούχα κι όχι με των άλλων (τι μου φταίνε), είναι που τελικά έχει γούστο :))

Jolly Roger είπε...

Εισαι αιωνιος νέος, εισαι τρελαμενος, εισαι ευαισθητος, εισαι εστετ και εισαι ωραιος!

Και για ολα αυτα μου αρεσεις πολύ

Υ.Γ. Και ξερεις να εκφραζεις ωραια πραγματα με ωραιες φρασεις

Υ.Υ.Γ. Και αδιαφορω αν δεν ειμαι politically correct - ποτέ δεν ημουν

Τζων Μπόης είπε...

Καλησπέρα Κάπταιν :)

Ας αφήσουμε τo political correctness για τη Βουλή, αν κι εκεί μέσα ήδη ξεκίνησαν κάτι ωραία "γαλλικά" και πλέον αποκτά ενδιαφέρον.
Εδώ μέσα ας το κάνουμε καμπαρέ, άλλωστε κάπως έτσι ξεκίνησε το πράμα πριν από 7 χρόνια...

Τα φιλιά μου :))