Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014

Με άλλα μάτια




Καθημερινά οι άνθρωποι έχουμε να αντιπαρατεθούμε με διάφορες φοβίες που μας ταλαιπωρούν, άλλοτε δικαιολογημένα κι άλλοτε αδικαιολόγητα, αν και η λέξη «αδικαιολόγητα» ίσως να μην είναι η καταλληλότερη, καθώς κάθε φοβία έχει και μια αιτία που την δημιουργεί, ένα υπόβαθρο, από πίσω της υπάρχει μια ερμηνεία.
Παρατηρώντας τους ανθρώπους είμαι πλέον σε θέση να αντιληφθώ κάποιες από τις φοβίες τους, όχι όλες, πως θα ήταν δυνατό κάτι τέτοιο άλλωστε.
Έχω μάλλον καταλήξει ότι η μεγαλύτερη φοβία που κουβαλάει ο άνθρωπος σχετίζεται με την αναίρεση των θεωριών και των απόψεών του, η αμφισβήτηση των σταθερών του, ο φόβος ότι θα ανατραπεί η αντίληψη που έχει για τα πράγματα γύρω του, το άγχος της απώλειας της προσωπικής του αυτάρκειας, το οποίο υψώθηκε μπροστά του σαν τοίχος για να περιφρουρίσει το αίσθημα της ασφάλειας που έχει ανάγκη ο καθένας μας.
Οι θέσεις του καθενός από εμάς είναι τα σωσίβιά μας, η σανίδα σωτηρίας μας, αν σου τα πάρουν θα πρέπει να αναζητήσεις άλλα, ίσως θα πρέπει να μάθεις για ένα διάστημα να ζεις χωρίς αυτά. Δύσκολο. Ουδείς θέλει τα δύσκολα, όλοι θέλουμε τη βολή μας.
Η αίσθηση ότι θα χάσεις τις σταθερές που έχεις δημιουργήσει και πορεύεσαι με αυτές, σου προξενεί τον φόβο, ακόμα κι όταν αισθάνεσαι ότι σφάλεις είναι προτιμότερο να έχεις την πανοπλία σου, έστω και τραυματισμένη, παρά να ψάξεις να βρεις μια άλλη, πιο δυνατή, ή να την αφήσεις στην μάχη και να συνθηκολογήσεις με τον αντίπαλο.
Ο άνθρωπος προτιμά να ζει με ότι έχει.

Μέχρι κάποιο διάστημα στη ζωή μου, τα πράγματα που με φόβιζαν τα απέσυρα αριστοτεχνικά σε κάποια εσοχή στο πίσω μέρος του μυαλού μου, ώσπου μαζεύτηκαν πολλά και κάποια στιγμή οι εσοχές μου φράκαραν. Σε αυτήν την περίπτωση, είτε οι φοβίες αρχίζουν να καταλαμβάνουν μεγαλύτερο μέρος από τον υπόλοιπο ζωτικό χώρο του μυαλού και της ψυχής σου, είτε τις φέρνεις αντιμέτωπες εμπρός σου και προσπαθείς να τις καταπολεμήσεις, διαφορετικά τις αποσύρεις ακόμα πιο βαθιά και ζεις το ζωτικό σου ψεύδος, όπως αναφέρθηκε και σε μια παλαιότερη ανάρτησή μου. Αν με αυτό νιώθεις ευτυχισμένος, κανένα πρόβλημα, δικό σου είναι το ψέμα, δική σου και η διαχείριση, ψέμα όμως θα μου πεις.
Δυνατότητα επέκτασης χώρου με κάποιον εξωτερικό σκληρό μάλλον δεν έχεις, ούτε καν αναβάθμιση του ήδη υπάρχοντος. Πριν λοιπόν συμβεί το απόλυτο κρασάρισμα, σηκώνεις τα μανίκια και πιάνεις την εργασία «απολύμανσης» από τους ιούς που έχουν καταλάβει τον χώρο σου και τον μολύνουν, ειδάλλως τους αφήνεις να σε μολύνουν ακόμα περισσότερο και εξελίσσεσαι σε μια κατάσταση τοξική.
Δεν έχω γνωρίσει ανθρώπους που να μην κατατρύχονται από φοβίες, το θέμα όμως είναι να τις αντιλαμβάνεσαι κάποια στιγμή, πριν επέλθει η τοξικότητα.

Στην πορεία της ζωής μου, κάποιες από τις δικές μου φοβίες προσπάθησα να τις καταπολεμήσω. Τα αποτελέσματα ήταν μάλλον θεαματικά, ειδικά όταν σταμάτησα να βλέπω πολλές απειλές γύρω μου, όταν σταμάτησα να βλέπω ανεμόμυλους, όπως ο Δον Κιχώτης που έπρεπε να τους κυνηγήσω καβάλα στον Ροσινάντε, βλέπεις δεν υπήρχε πάντα κι ο πιστός Σάντσο Πάντσα για να με ακολουθήσει, έπρεπε να βγω από τη βολή μου και να τους προσπεράσω, το έκανα όμως, είτε γιατί μεγαλώνοντας αποκτάς την ψυχική δύναμη για να το τολμήσεις, είτε γιατί οι όποιες δικές μου φοβίες ήταν επιπέδου παιδικής χαράς σε σχέση με τις φοβίες κάποιων άλλων.
Για να απελευθερωθείς από μια φοβία, από μια εμμονή - γιατί κι η εμμονή είναι το ένδυμα του φόβου - φαίνεται ότι θα πρέπει να τη ζήσεις και να νιώσεις την εμπειρία της.
Μικρό παιδί αντίκριζα ψηλά βουνά και με έπιανε δέος, με καταλάμβανε το άγχος, μάλλον ήταν που δεν πίστευα πραγματικά τι είμαι ικανός να κάνω και ποιους στόχους μπορώ να επιτύχω. Κάποια στιγμή κι όταν αισθάνθηκα δυνατός ξαμολήθηκα πάνω στα βουνά και κατέλαβα κορυφές, σκαρφάλωνα σαν το κατσίκι με κίνδυνο ακόμα την ίδια μου τη ζωή, αν δεν έπιανα βράχο δεν ησύχαζα.
Κάποτε έβλεπα στα πρόσωπα μερικών ανθρώπων μια εν δυνάμει απειλή, τι βλακεία. Ρίσκαρα. Δεν διακινδυνεύεις όμως με το να αντιμετωπίζεις κάποιον που σου μοιάζει, χρειάζεται να πας ένα βήμα παραπέρα και να αντιμετωπίσεις τον «άλλον», τον «διαφορετικό». Ο φόβος του "διαφορετικού" είναι έμφυτος στον άνθρωπο, το θέμα είναι τι ρίσκα μπορείς να πάρεις.
Με όπλο κυρίως την περιέργεια μου, αλλά και με μια αποκοτιά, κάποια στιγμή άρχισα να αντιμετωπίζω ανθρώπους οι οποίοι έμοιαζαν διαφορετικοί, ίσως και να περέκλιναν από όσα τα αυστηρά και χρηστά ήθη της καθώς πρέπει κοινωνίας μας επιβάλουν, από όσα θα τους κατηγοριοποιούσαν στην κατηγορία των λεγόμενων «mainstream».
Πίσω από τις άμυνες μερικών έβλεπα ακόμα μεγαλύτερο φόβο, μάλλον έναν δικό τους αγώνα να κρατηθούν από τις δικές τους σταθερές ώστε να μην να μπουν στον κόπο να καταπολεμήσουν τους φόβους τους, αλλά στους περισσότερους είδα την ανάγκη για επικοινωνία καμουφλαρισμένη με άμυνες παντός είδους.
Τι είχα να κερδίσω; Πέρα από την ικανοποίηση της περιέργειάς μου, ήταν κατά βάθος η ανάγκη να καταπολεμήσω τον δικό μου φόβο για το «διαφορετικό» και τότε όλος αυτός ο φόβος ο οποίος ανέβλυσε από μέσα μου άρχισε να αμβλύνεται, δεν εξαφανιζόταν, απλά οι γωνίες του γίνονταν πιο χνουδωτές και φιλικές με μένα.
Σε αυτά τα πράγματα δεν χρειάζεται να παίξεις το παιχνίδι κανενός, δεν χρειάζεται να τον καταλάβεις ή να συμφωνήσεις, μείνε αυτός που είσαι κι όπως ακριβώς είσαι, απλά άκου και σώπαινε, ή μίλα χωρίς νουθεσίες, χωρίς πατρικές συμβουλές, πιο πολύ άκου, μερικοί άνθρωποι απλά χρειάζονται αυτό και μόνο, να τους ακούς χωρίς να μιλάς, αυτό τους λείπει κι όχι το δικό σου το απόσταγμα ζωής και ο ηθικός σου κώδικας, αυτά γραμμένα τα 'χουν, όσο πιο πολύ συμβουλεύεις και προβάλεις τη δική σου τη ζωή ως πρότυπο, τόσο πιο πολύ υψώνεις τις άμυνες τους, όλοι μας υψώνουμε τοίχους και άμυνες, πόσο δε εκείνοι οι οποίοι αισθάνονται ακόμα και περιθωριοποιημένοι και τότε είναι που βλέπουν όλους εμάς, τους λεγόμενους ενταγμένους, την κύρια αιτία των δικών τους δεινών. Το δικό σου το κέρδος δεν θα είναι απαραίτητα να μάθεις από αυτούς, ούτε και να νιώσεις ανακούφιση επειδή επιβεβαιώνεις το μεγαλείο του δικού σου όμορφου βίου και της τακτοποιημένης σου ζωούλας σε σχέση με τη δική τους που μπορεί να είναι έως και ρημάδι, απλά το κάνεις για να αντιπαρατεθείς με τον φόβο του άλλου, του αγνώστου.

Με τους ανθρώπους, αν κι ακούγεται πιο δύσκολο φαινομενικά, τους «κανονικούς» και τους «άλλους», βρίσκω τα πατήματά μου και τα ψιλοκαταφέρνω κι ότι δεν καταφέρνω το προσπερνώ, δεν υπάρχει λόγος να το πας πιο πέρα, οι άνθρωποι όμως είναι συνήθως διαχειρίσιμοι, δυστυχώς είναι, αρκεί να τους φέρεις κοντά σου και να κερδίσεις την εμπιστοσύνη τους και τότε, είτε μπορείς να τους κάνεις φίλους, είτε και να τους εκμεταλλευτείς.
Το δύσκολο δεν είναι τελικά οι άνθρωποι, είμαστε όλοι από το ίδιο υλικό, το δύσκολο είναι κάποιες αντικειμενικές καταστάσεις.

Από μικρό παιδί η μεγαλύτερη φοβία μου σχετιζόταν με την απώλεια της όρασης, δεν είναι το σκοτάδι ο φόβος, το σκοτάδι είναι ωραίο για να ονειρεύεσαι, για να πλάθεις με την φαντασία σου εικόνες, ο φόβος συνδέεται με την απώλεια της δυνατότητας να βλέπεις και να αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο γύρω σου, να επιλύεις τα πρακτικά σου προβλήματα.
Το Dialogue in the Dark ήταν μια δυνατή εμπειρία. Για πάνω από μία ώρα περπατάς μέσα στο απόλυτο σκοτάδι με μοναδικό εφόδιο την αφή, την ακοή και την αντίληψη. Περπατάς μέσα σε μια προσομοίωση της Αθήνας, βαδίζεις σε δρόμους, διασχίζεις λεωφόρους, βρίσκεσαι αντιμέτωπος με ότι καθημερινά συναντάς στο διάβα σου, ένα μηχανάκι πάνω σε ένα πεζοδρόμιο να σου κλείνει την διάβαση, με έναν περαστικό, με το συρμό του μετρό, με μια διαδρομή μέχρι την υπαίθρια αγορά στο Μοναστηράκι, με ένα φυτό σε μια γλάστρα, με το άρωμα ενός λουλουδιού στο παρτέρι, με ένα άγαλμα, με αυτοκίνητα που σου κορνάρουν, με μια ευγενική σερβιτόρα σε ένα μπαρ, με ένα ποτό στο χέρι, με κουβέντες συνοδοιπόρων σου που βρίσκονται μαζί στον ίδιο χώρο κι όλα αυτά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι με μοναδική βοήθεια ένα μπαστούνι, τα μάτια της ψυχής σου και με το "βλέμμα" μιας τυφλής συνοδού.
Τα περίπου εβδομήντα λεπτά της διαδρομής φάνηκαν αιώνας, όχι όμως για την τυφλή συνοδό, η οποία φαινόταν να λειτουργεί εντελώς "φυσιολογικά", όπως δηλαδή λειτουργούμε όλοι οι υπόλοιποι στο φως. Πίστευα ότι ο φόβος της απόλυτης νύχτας θα ήταν το ισχυρότερο στοιχείο της διαδρομής, κι όχι τόσο για τους μεγάλους, όσο για τα μικρά παιδιά, θα ήταν αυτό που θα τρόμαζε περισσότερο, δεν ήταν όμως αυτό, ήταν η δυσκολία της προσαρμογής και μόνο, ήταν επίσης και μια ιδιαίτερη όξυνση των αισθήσεων, η μυρωδιά ενός δεντρολίβανου που ένιωθα να με ακολουθεί, το κελάρισμα από το νερό μιας πηγής, ο τραγανός ήχος από το πάτημα των χαλικιών του δρόμου, οι ανακοινώσεις στο μετρό που ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχα δώσει πραγματική σημασία, το βάδισμα του διπλανού μου και η ανάσα του κοντά μου.
Κάποια στιγμή ρώτησα τη συνοδό πως είναι να μην έχεις δει ποτέ το φως και τα χρώματα γύρω σου. Μου φάνηκε εφιαλτικό.
«Από τη στιγμή που δεν έχεις δει κάτι, δεν το γνωρίζεις, είναι σαν να μην υπάρχει, δεν το έχεις ανάγκη. Για μένα δεν υπάρχουν το φως και τα χρώματα, όπως για σένα δεν υπάρχει το μόνιμο σκοτάδι...», μου είπε και τότε αυτομάτως σκέφτηκα ότι εάν δεν υπάρχει ο φόβος για κάτι, τότε αυτό το κάτι μπορεί και να μην υπάρχει πραγματικά, ή τουλάχιστον να μην είναι τόσο εκφοβιστικό όσο το έχουμε πλάσσει στο μυαλό μας.

Το μυαλό, αυτό το φοβερό όπλο της ανθρώπινης ύπαρξης!
Πόσα πράγματα μπορείς να επιτύχεις με αυτό, πόσους φόβους μπορείς να πλάσσεις, πόσες θυρίδες μπορείς να ανοίξεις, μα και πόσους τοίχους μπορείς να υψώσεις μπρος σου…

2 σχόλια:

thinks είπε...

Πάρα πολύ ωραία αναζήτηση με απρόσμενη κατάληξη. Είναι και δική μου εμπειρία πάντως, πως όσο περισσότερο συνειδητοποιώ ότι τίποτα από ότι βλέπω δεν ισχύει όπως το βλέπω, τίποτα από ότι ακούω δεν έχει περισσότερη αξία από κάτι άλλο, τίποτα από ότι μου λένε πως έχει σημασία δεν έχει σημασία.. τόσο περισσότερη ειρήνη και ελευθερία βρίσκω... Δεν ξέρω αν μπορούμε να ρίξουμε όλους τους τοίχους και να βρεθούμε σε μία απέραντη πεδιάδα... μάλλον πάνω από τους τοίχους, σε μία βουνοκορφή.

Τζων Μπόης είπε...

Καλημέρα Δημήτρη,

Οι πεδιάδες και οι απέραντες θάλασσες χωρίς στεριά είναι βαρετά πράγματα.
Πάντως είναι εξαιρετική εμπειρία να μπαίνεις στη θέση του άλλου και να βλέπεις τον κόσμο μέσα από τα δικά του μάτια.