Υπάρχουν στιγμές που επειδή όλα γύρω μοιάζουν (ίσως και να είναι) γκρίζα, αισθάνομαι την ανάγκη να προσγειωθώ μέσα σε ένα πολύχρωμο κόμικ, ή ακόμα καλύτερα και μέσα σε ένα ευφάνταστο σπαγγέτι γουέστερν, από εκείνα με το άφθονο πιστολίδι και την ανακατεμένη γεύση τσίζμπεργκερ με πίτσα καπριτσιόζα, όπου καυτά σπιρούνια και βλοσυροί σερίφηδες σε κάποιο σαλούν ανακατεύονται με χυμώδεις μεσογειακές γκαρσόνες που κερνούν σαμπούκα και μπέρμπον, με μπακγκράουντ απλωμένες, πολύχρωμες, ναπολιτάνικες μπουγάδες πίσω από ένα ράντζο.
Εφόσον δεν μπορείς να αλλάξεις τον καθημερινό σουρεαλισμό, μπορείς να δημιουργήσεις έναν ακόμα πιο ευφάνταστο, ή στην χειρότερη περίπτωση να αποδεχτείς αυτόν που βιώνεις. Στο τέλος, αυτό μπορεί να είναι και ευεργετικό.
Αυτόν τον καιρό νιώθω την ανάγκη να πιστέψω ότι στο τέλος θα νικήσουν οι καλοί και οι κακοί θα κατατροπωθούν, όπως ακριβώς σε ένα κόμικ, σε μια μελό ταινία του ’60, με τον φτωχό και τίμιο βιοπαλαιστή να υψώνει το ανάστημα του μπροστά στον αδίστακτο και αιμοδιψή βιομήχανο κι έτσι ξαφνικά, όπως μια απροειδοποίητη αύξηση του ΦΠΑ, προσγειώνεται στον αεροδιάδρομο του μυαλού μου η Ούμα Θέρμαν στο Κill Bill, κρατώντας το χαντζάρι και ως άλλος Ομέρ Βριώνης αρχίζει σαδιστικά να παίρνει κεφάλια, ενώ ο Ποπάυ στο διπλανό ακριβώς καρέ τρώει λαίμαργα σπανάκι από την κονσέρβα (!), για να σώσει την αγαπημένη του Όλιβ (μα τι γούστο κι αυτός!) από τα χέρια του χοντροκομμένου Βρούτο…
Μπορεί η ζωή να μην είναι μια δύσκολη διαφορική εξίσωση, ίσως να μην είναι βέβαια και το «Λόλα, να ένα μήλο», αλλά αν θες να την καταλάβεις, έχω την αίσθηση ότι μάλλον θα πρέπει να κατανοήσεις τη μονάδα βάρους της.
Τελευταία ψάχνω την κρυμμένη ελαφρότητα παντού, σε κόμικ, σε βιβλία, σε ταινίες, σε διασταυρούμενες ματιές, σε αγγίγματα, σε λέξεις, σε σιωπές, μέσα σε ταπεινά και σκονισμένα βιβλιοπωλεία, κάπου στη Σόλωνος, εκεί όπου μπαίνεις μέσα και σε παίρνει απότομα στη μούρη εκείνη η μυρωδιά από το παρηκμασμένο χαρτί και το μελάνι από τα φύλλα του καρμπόν, μέσα σε μεγάλα και λαμπερά πολυκαταστήματα με το ξεθωριασμένο γκλίτερ της αυταπάτης, σε κομψά αθηναϊκά καφέ, να νιώθεις το κεφάλι σου να κουρκουτιάζει από τα κύματα του wifi, αλλά εσύ να πίνεις αμέρημνος τον καφέ σου, ακόμα και μέσα σε μικρά συνοικιακά καφενεία με το κίτρινο φως, τα τσιγάρα Σαντέ και την τράπουλα πάνω στη φθαρμένη φορμάικα.
Τις προάλες πάλι, κατέβαινα ένα στενό δρομάκι κάπου στο κέντρο. Την ώρα που παρατηρούσα τα κτίρια γύρω μου και σκεφτόμουν ότι ενδεχομένως θα μπορούσαμε να βγάλουμε την Αθήνα στο e-bay για να δούμε τι λεφτά θα πιάσει, μια μυρωδιά καβουρντισμένου καφέ κατέκλυσε τα ρουθούνια μου από μακριά. Μπήκα μέσα, μια κυρία κρατούσε ένα ipod, ένας ηλικιωμένος διόρθωνε την ρεπούμπλικα στο κεφάλι του, μια άλλη κυρία κρατούσε μια τσάντα από τα Ζara, παρήγγειλαν όλοι καβουρντισμένο ελληνικό…είπα να διαφοροποιηθώ, παρήγγειλα καβουρντισμένο εσπρέσσο, έμεινα μέσα τόση ώρα, όση χρειάστηκε η βρεγμένη καπαρντίνα μου για να απορροφήσει όλα τα εξωτικά αρώματα καφέ της Βραζιλίας, της Κολομβίας και της Κόστα Ρίκα μαζί, περπατούσα στη Σταδίου κι έμοιαζα με κινητό μπρίκι την ώρα που φουσκώνει το καϊμάκι, περπατούσα κι ένιωθα αυτή τη ζιπαρισμένη ελαφράδα να αναζητά μέσα σε αυτή τη γκρίζα πόλη, που δεν έχουμε αποφασίσει αν τελικά τη μισούμε, τη σιχαινόμαστε, την αγνοούμε, τη συμπονούμε, ή τη λατρεύουμε, την χαριτωμένη πλευρά των πραγμάτων, εκείνη που σε κάνει να θέλεις να εισβάλεις μέσα σ΄ ένα ολογραμματικό κόμικ, κι ως άλλος e-Λούκυ Λουκ, να χτυπάς τα καπούλια της e-Ντόλλυ για να προσπεράσει ένα (real) Lexus που έκλεισε τη στροφή της πολύ real Σταδίου & Αμερικής.
Αυτή την άγρια εποχή, είναι πράγματι δύσκολο κι ίσως να μοιάζει και με μεγάλη πολυτέλεια, να πιστέψεις ότι η ελαφράδα μπορεί και να βρίσκεται καμουφλαρισμένη πίσω από την αγριάδα της καθημερινότητας, να την αναζητήσεις πίσω από τα κατεβασμένα ρολά αυτής της πόλης, στις όμορφες αλκυονίδες ημέρες της, στις άγριες ώρες της, στα βασανιστικά της δευτερόλεπτα, στον ψυχεδελικά μεταλλικό της ήχο, στα αμήχανα ελληνοαραβικά της σκοτεινής πίσω πλευράς της, στα χαμηλωμένα βλέμματα των κατοίκων της, στη χαμένη μικροαστική της αξιοπρέπεια, στις τρύπιες, σαν τυρί έμμενταλ, υποσχέσεις για ένα πιο φωτεινό αύριο…
…μια ελαφράδα, πιο ελαφριά κι από ένα λεπτό πούπουλο, από μια μικρή χιονονυφάδα, να περιμένει υπομονετικά μια κάποια αναλαμπή του μυαλού μας, για να σκάσει στον ουρανό σαν λαμπριάτικο πυροτέχνημα και να τον φωτίσει…
6 σχόλια:
Αυτήν την ελαφράδα, αυτήν την απρόσμενη αναλαμπή... μου τη χάρισες εσύ Τζων Μπόη, μ'αυτό σου το κείμενο.
Υπέροχο! Απλά υπέροχο!
Ένιωσα να μπαίνω μαζί σου στα αγαπημένα μου βιβλιοπωλεία, περπάτησα τους δρόμους του κέντρου, απόλαυσα τη μυρωδιά του καφέ.
Κι άφησα τους ήρωες των κόμικς να γίνουν για λίγο εξίσου πραγματικοί με τους "άλλους" τους δυστυχώς αληθινούς "κακούς" και να διεκδικούν για λίγο το δίκιο ? ή μήπως το όνειρο ? ..ή την πίστη σε αξίες ακόμη και σε ανθρώπους και σε θεσμούς?
αχ! τι φλυαρώ εδώ πέρα?
Αυτό που βασικά ήθελα να πω, είναι αυτό που είπα στην αρχή :
Υπέροχο!
άλλο ένα έξοχο κείμενο Γιάννη!
Yπέροχο κείμενο.
Βρέθηκα εδώ(κλικ) μέσω της Scarlett :)
Δε ζω στην Αθήνα, ούτε καν σε μικρό αστικό κέντρο. Όσες φορές "κατέβηκα" στη πρωτεύουσα, σα γνήσια επαρχιώτισσα, σάστισα από το μέγεθος, το θόρυβο, τους τρελούς ρυθμούς. Φαίνεται, ξεχνάω γρήγορα τα φοιτητικά μου χρόνια. Αναρωτιέμαι πολλές φορές αν θα μπορούσα να ζήσω έτσι ξανά...δε ξέρω. Άλλες εποχές.
Διαβάζοντάς σε κατάλαβα όμως πως η καθημερινότητα, λίγο-πολύ, είναι παντού η ίδια. Όπως και οι προσμονές μας.
Σε αναμονή, λοιπόν, της ελαφράδας που θα σκάσει (ελπίζω) σαν πυροτέχνημα και θα μας φωτίσει...
την καλησπέρα μου
Εξαιρετικό ! "Η Ελαφρότητα", κύλησε σαν ένα υπέροχο φιλμ μικρού μήκους διαβάζοντας το. Όχι μόνο οι υπέροχες εικόνες αλλά ακόμα το άρωμα του καφέ ζωντάνεψαν μποστα μου. Όσο για την σιωπή της νιφάδας ήμουν όλος αφπιά !
p.s. η περιέργεια ήταν ποιος άλλος ονομάζεται Μπόης οπως ο Joseph Beyes ...kai anaferete ston B. Brecht sto keimeno tou Prokopi. ! Telika i periergia den skotonei ti gata, antithetos !!! Dankeschoen
Κάτι σαν μια πανάλαφρη και διάφανη και αέρινη σαπουνόφουσκαπου πάνω της καθρεφτίζονται τα χρώματα της ίριδας...
Καταρχήν, ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους.
@ Scarlett, φλυαρείς; μα είναι χαρά μου, κάποια στιγμή κερασμένος ένας καφές (εγώ πάντως τον πίνω σκέτο και βαρύ!)
@ Άνευ Χ., να τα αφήσεις αυτά και να στρωθείς να γράψεις όπως εσύ ξερεις καλύτερα από τον καθένα.
@ Me :), συφνωνώ, οι προσμονές είναι μάλλον οι ίδιες όπου και να βρισκόμαστε, οι αντοχές μας όμως;
Καλώς όρισες εδώ.
@ Stavros Katratzis,
Bitte Schön....καλώς όρισες κι εσύ...
κάπως έτσι, σαν να ακούς τον ήχο μιας χιονονυφάδας καθώς πέφτει πάνω στο φρέσκο χιόνι...
@ Σταυρούλα, εγώ σε κόμικ, εσύ σε παραμύθι...τελικά μας κάνει καλό η κρίση :)
Δημοσίευση σχολίου