Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Κι οι πεθαμένοι έχουν ψυχή



Τελικά η κρίση είναι πολύ βαθύτερη από όσο νομίζαμε.
Την κρίση την αντιλαμβάνεσαι από το γεγονός ότι δεν υπάρχει κλάδος που να μην έχει πληγεί από αυτή.
Μέχρι σήμερα ξέραμε ότι συνήθως κλείνουν καταστήματα με ρούχα και υποδήματα, μια χαρά είναι και το μπαλωμένο, η νέα μόδα στην Ελλάδα δεν θα είναι τα Gucci και τα Prada, αλλά τα patch clothes, η χαρά της κουρελούς, η εκδίκηση της μπαλωματούς, ούτε όμως και οι τσαγκάρηδες θα γίνουν κλέφτες, κλείνουν εστιατόρια, επιτέλους να στρωθούμε να μαγειρέψουμε σπιτικά να πέσουν οι χοληστερίνες, κλείνουν εταιρείες εμπορίας αυτοκινήτου, μια χαρά είναι και το σαραβαλάκι, το θέμα είναι να τσουλάει, κλείνουν καθαριστήρια, οι γιαγιάδες μας ψυχή δεν είχαν που τα έπλεναν στη σκάφη; Για όλα έχουν προνοήσει οι Σωτήρες!
Δυστυχώς όμως κλείνουν και επιχειρήσεις που δεν θα περίμενες, ίσα ίσα μάλιστα που θα νόμιζες ότι αυτές θα ζούσαν μέρες λαμπρές.
Η φίλη μου η Στέλλα (τα ονόματα δεν είναι αληθινά, αλλά η ιστορία είναι αληθινή αν και ελαφρώς παραποιημένη, μην τους καρφώσω κιόλας) κληρονόμησε από τον πατέρα της ένα μεσαίου μεγέθους κατάστημα σε κεντρικό σημείο κάποιου προαστίου της Αθήνας. Η Στέλλα ήταν έξυπνη και κωλοπετσωμένη κι όταν το μαγαζί άδειασε από τους προηγούμενες ενοικιαστές που το είχαν για sex shop (μα κρίση και στους δονητές;) αποφάσισε ότι η καλύτερη επένδυση θα ήταν να το μετατρέψει σε Γραφείο Τελετών, σου λέει, ένας ένας θα τεζάρει σε λίγο εδώ, κάτι η πείνα, κάτι το κρύο, κάτι η εγκληματικότητα, κάτι οι αυτοκτονίες, κάποιος θα πρέπει να τους θάψει! Σωστή η Στέλλα, είχε business mentality.
Στον δρόμο της βρέθηκε ο Κώστας, καλό και εργατικό παλικάρι, είχε θητεύσει στο παρελθόν ως sales manager σε επιχείρηση, αλλά η επιχείρηση καπούτ, ήρθε και σε αυτήν το πλήρωμα της κρίσης να την πάρει, άντε γειά, ποιος αγοράζει πλέον, όλοι πωλούν, είχε μια κάποια επιχειρηματική λογική για να κάνει μπίζνες το παιδί κι έτσι η Στέλλα κι ο Κώστας συνεταιρίστηκαν κι αποφάσισαν να ανοίξουν το Γραφείο Τελετών.
Η Στέλλα έβαλε το property και την επιχειρηματική ιδέα, ο Κώστας κάτι λίγα φράγκα από την αποζημίωση της απόλυσης και το εξπερτίζ, ποιο εξπερτίζ δηλαδή, πωλήσεις έκανε ο άνθρωπος στη ζωή του, πωλήσεις θα έκανε και τώρα, αλλά κι ο θάνατος θέλει κι αυτός το δικό του marketing, μια χαρά το είχε σκεφτεί αυτός, αλί και τρισαλί από εμάς που γίναμε υπάλληλοι στα χέρια των αφεντικών και του αδίστακτου κεφαλαίου.
Στην αρχή οι δουλειές πήγαιναν πρίμα, είχαν κάνει καλό μπίζνες πλαν και ήξεραν ότι στην περιοχή υπήρχε ακόμα ένα μόνο Γραφείο Τελετών κι αυτό το είχε ένας παππούς που δεν το είχε εκσυγχρονίσει ελλείψει χρηματοδότησης, που είναι εκείνη η εποχή που έμπαινε μέσα στις τράπεζες μοιράζοντας κόλλυβα κι εκείνοι να του δίνουν δάνεια με ενέχυρο τους μελλοντικούς θανάτους, έτρωγε και κανένας τραπεζοϋπάλληλος κανένα κολλυβάκι και στυλωνόταν ο έρμος, πάνε αυτά τα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.
Από την άλλη ο Κώστας, με μεγάλη θητεία στο PR, δεν είχε αφήσει γριά για γριά στη γειτονιά, πίτσι πίτσι όλη μέρα, είχε βρει το χούι τους, πότε για συνταγές μαγειρικής τους μιλούσε, πότε για τα τούρκικα σήριαλ στην tv, πότε για τη Μενεγάκη, είχε ένα τρόπο να τις διπλαρώνει όλες.
Το είχε σκεφτεί μια χαρά, σου λέει οι γριές συνήθως μένουν πίσω, οι γέροι πάνε πρώτα, που θα απευθυνθεί λοιπόν η καλή και συνετή γριούλα για να θάψει το γέρο της; στον Κώστα και στη Στέλλα θα πάει, οι οποίοι θα της έκαναν και κηδεία γκλαμουράτη και κυρίως σε καλές τιμές, σκέτο value for money! Τώρα εάν τύχαινε και πέθαινε πρώτα η γριά από τον γέρο, είχαν κάνει κι εκεί τα κουμάντα τους, τους γέρους τους αναλάμβανε η κωλοπετσωμένη Στέλλα. Τι ακριβώς έκανε δεν ξέρω και πολύ δε περισσότερο τι έκανε ο γέρος με τη Στέλλα, πάντως γριά και γέρο άθαφτο δεν είχαν αφήσει στην περιοχή.
Με αυτά και με τ’ άλλα δεν υπήρχε πρόγραμμα κηδείας και μνημοσύνου σε κολώνα της ΔΕΗ και σε τοίχο που να μην έχει το λογότυπό τους.
Καμιά φορά περνούσα και τους έβλεπα, στο «μαγαζί» δεν έμπαινα, όλα κι όλα, φίλοι ξε-φίλοι, απ’ έξω στο πεζοδρόμιο και με το φυλαχτό στον κόρφο, όταν έβλεπα εκείνα τα ιλουστρασιόν φυλλάδια με κάσες αγριευόμουνα, στο κάτω κάτω εγώ έχω δώσει ευχή και κατάρα να γίνω στάχτη, λίπασμα στο γιασεμί, εάν ξεραθεί δικό του θέμα.
Για καφέ στα παιδιά ούτε λόγος, κάπως τον είχα συνδυάσει τον καφέ μαζί τους, είναι που πίνω και καπουτσίνο γαμώ την εστέτ τύχη μου κι αυτοί είχαν μόνο ελληνικό, κάποια μέρα μου πρότειναν φραπέ, κομμάτια να γίνει είπα, μη με περάσουν και για σνομπ, αυτή η κρίση θα με κάνει να πιω κι από ρεβίθι, μόλις είδα όμως μια φραπεδιέρα δίπλα σε ένα φέρετρο μαύρη γυαλιστερή λάκα φρεσκολουστραρισμένη, παράτησα το ποτήρι δίπλα στη φωτογραφία του πεθαμένου και την έκανα τρέχοντας, να τον χαίρεστε τον καφέ σας και τον πεθαμένο σας, εγώ πάω στα Flocafe να τον πιω που έχει και free wifi.
Έτσι κυλούσαν τα πράγματα κι επειδή η Στέλλα ήταν μοιραία γυναίκα και είχε και ανάγκες το κορίτσι, έβραζε το αίμα της, κόχλαζε σαν το ηφαίστειο Πινατούμπο και με τον Κώστα τα πήγαιναν μια χαρά, αποφάσισαν να συνεταιριστούν και ερωτικώς (δεν λένε ότι ο θάνατος ενώνει; τώρα πως γίνεται να είναι όλη μέρα μέσα στα φέρετρα και στους πεθαμένους κι εκείνοι να σκέφτονται το κοκό, είναι απορίας άξιο) κι έτσι η Στέλλα χώρισε το νόμιμο στεφάνι της, τι να τον κάνει τον χρεοκοπημένο τον πρώην γιάπη, εδώ ολόκληρη Ελλάδα χρεοκόπησε, δεν θα χρεοκοπούσε ένας γκόλντεν μπόης από μια Στέλλα; η κοπέλα είχε όλα τα δίκια και τις ορμόνες με το μέρος της, όλα κι όλα, ήθελε να δει το μέλλον της on a long term basis και έτσι άφησε τον κουτσό Αστραχάν και τα έμπλεξε με το πουλαίν, τον Κώστα τον γκανιάν κι ας ήταν και δέκα χρόνια νεότερός της, ο έρωτας κι ο θάνατος ηλικίες δεν κοιτούν, της άρεσε βλέπεις η φρέσκια σάρκα, είχε σιχαθεί τις πεθαμένες!
Έλα όμως που τα πράγματα άρχισαν να μπάζουν νερά και σε αυτόν τον κλάδο!
Όσο δούλευαν το μαόνι και τη γυαλιστερή λάκα, όσο έφευγε η φρέσκια ορχιδέα και η ολάνθιστη γλαδιόλα, περισσότερο από όσα τα γαρύφαλλα στον Ρέμο και στην Πάολα μαζί, όσο οι πελάτες ζητούσαν χορωδία και Μητροπολίτη και οι τελετές δούλευαν a la carte κι όχι table d' hôte - όπως σε εκείνα τα παλιά τα όμορφα τα χρόνια στις πίστες, πω πω τι μεγαλεία Θεέ μου, πως ξεπέσαμε έτσι, να σκας στο κούτελο του μετρ όλο το δεκαπενθήμερο να σου βρει πρώτο τραπέζι πίστα να ρίξεις γαρύφαλλα στον άρχοντα να νταλκαδιάσει μαζί σου κι όχι όπως τώρα που οι έρμες οι τραγουδιάρες την βγάζουν με συλλόγους και συνεστιάσεις μονάχα τα Π.Σ.Κ - όλα ήταν τέλεια και το cash flow της επιχείρησης ζούσε μέρες δόξης.
Τα δύσκολα όμως ξεκίνησαν όταν μπήκε στη δουλειά το all inclusive (αυτό έχει κάψει κόσμο και ντουνιά), το κόντρα πλακέ, η νάυλον επένδυση και το πλαστικό λουλούδι. Μετά ήταν και το μέταλλο ακριβό, η τιμή του νικελίου είχε εκτοξευθεί στο χρηματιστήριο των commodities, πλάκωσε το πλαστικό στις χειρολαβές και η θερμοκόλληση στις ενώσεις κι άντε μετά να βάλεις μέσα στην κάσα κανέναν χορτάτο φοροφυγά και να ανοίξει η θερμοκόλληση και να σωριαστεί ο πεθαμένος στα τσιμέντα, ποια είναι μετά η θέση και η υπόληψη των συγγενών και τους Γραφείου;
Φτήνια παντού, ευτέλεια και κακομοιριά ακόμα και στον θάνατο, πάει η γκλαμουριά, πάει η φαντασμαγορία, πήγαινες σε μια τελετή ρε παιδί μου κι είχες να το λες, άνοιγε η καρδιά σου με την κηδεία, τον τιμούσαν τον μακαρίτη, κι αυτός όμως, όλα κι όλα, χαιρόταν η ψυχούλα του, λες και τα έβλεπε και ήταν σαν να σου μιλούσε, πόσους πεθαμένους είδαμε και δεν βουρκώσαμε παρατηρώντας τη φρέσκια όψη τους και το γκλαμουράτο φέρετρο; τώρα με τι να ευχαριστηθείς; με τον βακελίτη, με το πλαστικό γαρύφαλλο, με τη μελαμίνη, ή μήπως με το MDF;
Άκλαφτοι θα πάμε όλοι!
Έρμε πεθαμένε, βασανισμένος στη ζωή, βασανισμένος και στο θάνατο! Και καλά εσύ αναπαύτηκες και δεν θα δεις τα χειρότερα, ρωτάς όμως και αυτούς που αφήνεις πίσω σου…καλό μου πτώμα με τι λεφτά θα σου κάνουν μια κηδεία της προκοπής όταν έχουν να πληρώσουν χαράτσια και έκτακτες εισφορές; Και καλά, για μια κηδεία κάτι θα βρουν, θα τσοντάρουν όλοι, στο μνημόσυνο δεν θα έχει μείνει δεκάρα τσακιστή δύσμοιρε πεθαμένε, στις εννιά του μακαρίτη άλλο πτώμα μες΄στο σπίτι, μπορεί να μην σου βάλουνε μαόνι και ξύλο τικ στην κάσα, αλλά για ένα πεύκο κάπου θα βρουν, δεν θα ξαπλώσεις πάνω σε φίνο Αιγυπτιακό βαμβάκι, αλλά σε νάυλον, όμως τι νταλκά έχεις εσύ; μπας και θα συγκαείς;

Κάπως έτσι η Στέλλα κι ο Κώστας το έκλεισαν το «μαγαζί», οι γριές και οι γέροι της γειτονιάς, όσοι ακόμα αντιστέκονται, πηγαίνουν πλέον στον παραδοσιακό παππού με το Γραφείο Τελετών (αυτός μάλλον θα πάει μόνος του να θαφτεί!), μπορεί να μην κάνουν μια κηδεία γκλάμορους, αλλά τουλάχιστον ξέρουν ότι εκεί θα θαφτούν κανονικά, σαν πτώματα δηλαδή κι όχι σαν άνθρωποι.
Η Στέλλα κι ο Κώστας πούλησαν το στοκ κοψοχρονιά, ότι δεν πουλήθηκε το καίνε στο τζάκι, χτες έκαψαν μια κάσα από δρυ, σιγόκαιγε όλη νύχτα, ζεστάθηκαν μια χαρά.
Το μαγαζί μετατράπηκε σε σουβλατζίδικο, προσέλαβαν και τον πρώην της Στέλλας να τυλίγει τα πιτόγυρα.
Ζωή να έχουν τα παιδιά, καλά πάνε οι δουλειές.

9 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Να 'σαι καλα πρωινιατικα. ΧΑΧΑΧΑ!!!! Πες μας τι πινεις να το παρουμε κι εμεις :) Ανευ Χ

thinks είπε...

Από γραφείο τελετών σε σουβλατζίδικο καλά είναι. Στον Ισθμό για οικονομία από χοιρινό σουβλακιού το κάνουνε τώρα με παντσέτα για οικονομία και δεν τρώγεται. Μην τους το πεις και τους βάλεις ιδέες! Για μένα πάντως σε κάποιο βουνό, ενάμιση δύο μέτρα χωρίς κάσες και τίποτα, και μια πέτρα από πάνω, και κανένα φτερό αετού ή γερακιού. Ίσως με κάποια σχέδια από πετραδάκια στο φρέσκο χώμα, να τα πάρει όλα ο καιρός. Τον τάφο στην Αθήνα ποιός θα τον πληρώνει κάθε χρόνο: εδώ είναι τα δύσκολα.

Εγώ ανησυχώ τι θα κάνουν τα παιδιά αν ο κόσμος από σουβλάκι το γυρίσει πράγματι στο ρεβίθι. Τι μου θύμισες τώρα: Στο Φάληρο Αγ. Αλεξάνδρου και Ναϊάδων ήταν ένα σουβλατζίδικο που έγινε Ιταλική τρατορία που έγινε Γραφείο Τελετών. Η κόρη του σουβλατζή δεν ξέρω τι έγινε αλλά όταν ήμασταν 14 χρονών είχε υπέροχη παντσέτα...

Τζων Μπόης είπε...

Evian Άνευ μου, αφού το ξέρεις :)

Τζων Μπόης είπε...

Καλησπέρα Δημήτρη,

Είναι μερικές ημέρες που σκέφτομαι κι εγώ να το γυρίσω στο σουβλατζίδικο, όπως η σημερινή...

Παντσέτα δεν τρώω, καθώς είναι τίγκα στο λίπος, ούτε και θα έφιαχνα ποτέ, ας πούμε όμως θα έκανα ένα vegeterian σουβλάκι ώστε να κατεβάσω και την τιμή και να πιάσω ένα άλλο target group.
Τον τάφο στην Αθήνα δεν θα τον πληρώνει κάποιος, καθώς θα έχει ενοικιαστεί μια για τριετία και θα έχει προπληρωθεί το μίσθωμα εξαρχής(αυτό είναι deal, όχι σαν κι εσένα που κυνηγάς τους νοικάρηδες μήνα μήνα), μετά την τριετία σε ξεθάβουν και σε κάνουν στάχτη, άρα η δική μου η ιδέα να γίνεις στάχτη από την αρχή δεν είναι αποδοτικότερη;

thinks είπε...

Αποδοτικότερη ναι, αλλά για μένα το βουνό και τα φτερά αετού είναι πιο ρομαντικά :-)

Η μία γιαγιά μου πήγε στην τριετία το '77, αλλά μετά οι γονείς μου την βάλανε σε κουτί, που κοστίζει κι αυτό. Εγώ δεν είχα ιδέα μέχρι που το νεκροταφείο έστειλε στον πατέρα μου ένα αγενέστατο γράμμα φέτος που έλεγε ότι χρωστούσε πέντε χρόνια κουτί (από τότε που πέθανε ο ίδιος) και αν δεν τα πλήρωνε λέει θα πετούσαν (θα πετούσαν, όχι θα καίγανε) την καημένη την γιαγιά. Τα πλήρωσα, και θα συνεχίσω. Από τη άλλη, οι γονείς, άλλη γιαγιά, παππούδες και προπαππούδες κλπ., είναι σε οικογενειακό της άλλης μεριάς της οικογένειας, και αυτό είναι ακριβότερο. Αν προσθέσεις και καθημερινό καντήλι ακόμα ακριβότερο. Κι αν συνεχίσεις την παράδοση της άλλης γιαγιάς και πλερώνεις "διπλό καντήλι", άστα να πάνε. Ο Κώστας θα τα συνέχιζε, αλλά μέχρι τώρα δέχονται πληρωμές μόνο αυτοπροσώπως μετρητά Ιανουάριο-Φεβρουάριο και μόνο για ένα χρόνο -ή με ελληνική τραπεζική επιταγή για την οποία πάλι στην Ελλάδα πρέπει να βρεθείς. Τα έχω ψάξει. Μπερδεμένη ιστορία. Τι να τους κάνω όλους αυτούς στον οικογενειακό; Ελπίζω να έχω μερικά χρόνια ακόμα μπροστά μου να σκαρφιστώ τι να κάνω με τους ενδόξους προγόνους... μια που δεν θα μείνει απόγονος στο Άθενς να πλερώνει...

Τζων Μπόης είπε...

Σε θαυμάζω ειλικρινά!
Είναι δυνατόν να έχεις δαπανήσει χρόνο και χρήμα για να ασχοληθείς με αυτό το πράγμα;
Προτιμώ τη στάχτη, κι όχι σε οστεοφυλάκιο, αλλά στον άνεμο, να μη μείνει το παραμικρό, όχι ότι δεν στοιχίζει κι αυτό, αλλά γλυτώνει από πολλούς μπελάδες τους εναπομείναντες, βέβαια εσύ θα έχεις γίνει αστρική σκόνη, τι θα σε νοιάζει;
Ωραία κουβέντα πιάσαμε, χαρμόσυνη, Χριστουγεννιάτικη :))))

thinks είπε...

Οι νεκροί έχουν αθανασία μόνο όταν τους θυμόμαστε με τον δικό τους τρόπο ;-)

Τι σημασία έχει, θα μου πεις; Αν πιστεύω το παραπάνω, μη τηρώντας το θα είναι πολύ αληθινά σαν να τους έχω ξεχάσει. Είναι δηλαδή ότι πιστεύει κανείς όσον αφορά την σχέση του με εκείνους -καμία ιδέα δεν είναι καλύτερη από άλλες, αλλά αυτή μου έλαχε :-)

Όσο για μένα, ...τότε... στάχτες στον άνεμο του βουνού ανακατεμένες με φτερά αετού;;; Ξέχασα να σου πω ότι θέλω να προλάβω να πω και το νεκρικό μου τραγούδι στο μεγάλο πνεύμα του κύκλου της ζωής και να ευχαριστήσω τον άνεμο, τα ζώα και τα φυτά, πάνω σε ένα βουνό, πριν τα κακαρώσω. Μέχρι τώρα οι οιωνοί για κάτι τέτοιο φαίνονται καλοί!

Ε, άμα δεν τα πούμε αυτά Χριστουγεννιάτικα πότε θα τα πούμε; Το Πάσχα οι Έλληνες γιορτάζουν την Ζωή...

Τζων Μπόης είπε...

Οι Έλληνες τα κάνουμε όλα ανάποδα, είναι κι αυτό μέρος μιας κάποιας γοητείας...
Ίσως είμαι κυνικός, αλλά ότι αξίζει είναι αυτό που συμβαίνει όσο έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και εφόσον πιστεύω ότι αυτό είναι κι άλλο δεν έχει, θέλω να το ζω με όλη του ένταση κι όσο πιο πολύ μπορώ, για αυτό και οι φίλοι μου με λένε υπερβολικό, αλλά εμένα μου αρέσει.

thinks είπε...

Μα και μένα μου αρέσει! Μαζί σου :-)